Στη μουσική, αντίστιξη ονομάζεται η ταυτόχρονη συνήχηση πολλών διαφορετικών μελωδιών. Οι μελωδίες αυτές συνδυάζονται με βάση ένα αυστηρό πρόγραμμα κανόνων διαφορετικό από εποχή σε εποχή. Στην πολυφωνική – αντιστικτική γραφή κάθε μία από τις συνηχούσες μελωδίες διατηρεί τη μελωδική ή ρυθμική αυτοτέλειά της χωρίς να κυριαρχεί αλλά ούτε και να υποβιβάζεται από τις υπόλοιπες. Η αντίστιξη άρχισε να αναπτύσσεται στο Μεσαίωνα στην εκκλησιαστική μουσική. Γνώρισε μεγάλη άνθηση στα χρόνια της Αναγέννησης (με τον Τζιοβάννι Πιερλουίτζι ντα Παλεστρίνα) και κορυφώθηκε το 17ο αιώνα στην εποχή του μπαρόκ (με τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ). Ο όρος προέρχεται από το λατινικό punctus contra punctum σημαίνοντας στίξη αντί στίξης, δηλαδή «φθόγγος αντί φθόγγου».
Πηγή: Bικιπαίδεια
Η τεχνική της Αντίστιξης αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εφόδια για τη Σύνθεση της μουσικής.
Η Αντίστιξη επικεντρώνεται στην τέχνη της δημιουργίας μελωδικών γραμμών οι οποίες συνηχούν μεταξύ τους και συγχρόνως διατηρούν τη μελωδική και ρυθμική τους αυτοτέλεια.
Οι σπουδαστές μελετούν όλα τα είδη της απλής αντίστιξης, ξεκινώντας από τη σύνθεση δύο φωνών και φτάνοντας μέχρι και τις οκτώ, εναρμονίζουν χορικά, συνθέτουν παντοειδείς κανόνες, πεποικιλμένα χορικά και διπλές χορωδίες.
Για να αποκτήσει κάποιος Πτυχίο Αντίστιξης πρέπει να έχει Πτυχίο Αρμονίας και να παρακολουθήσει τα παρακάτω Γενικά μαθήματα: Πιάνο, Ιστορία της Μουσικής, Οργανογνωσία και Πρακτικό Διδασκαλείο