Ο όρος φούγκα χρησιμοποιήθηκε από τον ύστερο Μεσαίωνα (14ος αι.) για να χαρακτηρίσει είδη αντιστικτικής σύνθεσης που βασίζονταν στη μίμηση και ειδικότερα το είδος που ονομάζουμε σήμερα κανόνα. Ο κανόνας είναι ένα πολυφωνικό έργο στο οποίο όλες οι φωνές τραγουδούν την ίδια μελωδία, αρχίζουν όμως ή μία μετά την άλλη με διαφορά φάσης κάποιων μέτρων. Από τον 16ο αιώνα και πολύ περισσότερο από τον 17ο αι. η φούγκα καθιερώθηκε να χαρακτηρίζει πολυφωνικά μουσικά έργα που χρησιμοποιούσαν τη μίμηση των φωνών πιο ελεύθερα, που επεξεργάζονταν δηλαδή μια κεντρική μουσική ιδέα (το θέμα) με τέτοιο τρόπο, ώστε αυτή να παρουσιάζεται αρχικά στην πρώτη φωνή και στη συνέχεια να περνάει διαδοχικά στη δεύτερη, την τρίτη κλπ. και να υφίσταται επεξεργασία, ενώ οι προηγούμενες συνέχιζαν με μελωδίες γραμμένες αντιστικτικά ως προς την αρχική μελωδική ιδέα.
Η φούγκα θεωρείται το αποκορύφωμα της πολυφωνικής τέχνης και της αντιστικτικής γραφής. Χαρακτηριστικά για κάθε φούγκα, που της δίνουν το όνομά της και καθορίζουν πολλά από τα μορφολογικά της στοιχεία, είναι:
Ο αριθμός φωνών, που παραμένει σταθερός σε ολόκληρο το έργο, αν και κάποιες από αυτές πιθανόν να σιγούν κατά διαστήματα έχοντας παύσεις.
Η τονικότητα στην οποία είναι γραμμένη.
Με βάση τον αριθμό φωνών διακρίνονται δίφωνες, τρίφωνες φούγκες κλπ. Εφόσον η κεντρική μουσική ιδέα και οι επιμέρους ιδέες που παράγονται από αυτή περνούν επανειλημμένα από όλες τις φωνές διαδοχικά, είναι ευνόητο ότι όσο περισσότερες είναι οι φωνές, τόσο μεγαλύτερη είναι και η έκταση της φούγκας και τόσο περισσότερα τα μέρη της. Ο όρος φούγκα χαρακτηρίζει όχι μόνο ένα μορφολογικό είδος μουσικού έργου, αλλά και γενικότερα ένα τρόπο επεξεργασίας ενός μουσικού θέματος, μια τεχνική σύνθεσης. Σε φωνητικές φούγκες με οργανική συνοδεία μπορεί η χορωδία να διακόπτεται από καθαρά οργανικά μέρη.
Τα μέρη της φούγκας
Από μορφολογική άποψη η φούγκα είναι μια χαλαρή μορφή σύνθεσης, που δύσκολα μπορεί να τεμαχιστεί σε αυστηρά οριοθετημένα μέρη, όπως αυτά που διακρίνονται π.χ. στη φόρμα της σονάτας και σε άλλα μορφολογικά είδη. Όλα τα τεχνικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά της φούγκας υπηρετούν ένα πολύ συγκεκριμένο σκοπό: να παρουσιαστεί αρχικά μια συμπυκνωμένη μουσική ιδέα (το θέμα), που στη συνέχεια υφίσταται επεξεργασία, απλώνεται και ανελίσσεται καθώς η πλοκή της φούγκας ρέει ασταμάτητα. Αυτή η αδιάκοπη πλοκή φτάνει κάποια στιγμή σε μια κορύφωση, συνήθως σε μια κορώνα, και εδώ κοπάζει προσωρινά η κινητικότητα της φούγκας. Αμέσως μετά μια γρήγορη αποκλιμάκωση προς το τέλος της φούγκας επαναφέρει τη βασική μουσική ιδέα στην αρχική της μορφή, στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησε.
Από την παραπάνω περιγραφή είναι εμφανές ότι κατακερματισμοί σε επιμέρους τμήματα είναι λίγο-πολύ τεχνητοί και αντίθετοι με τη φύση της φούγκας, εξυπηρετούν όμως διδακτικούς σκοπούς. Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους περιορισμούς μπορούμε να διακρίνουμε σε μια φούγκα την έκθεση, την αντέκθεση, την ανάπτυξη και την επανέκθεση. Τα όρια ανάμεσα στα τέσσερα αυτά μέρη είναι σκόπιμα ασαφή και οι τομές, που θα διέκοπταν τη συνεχή ροή της εξέλιξης, είναι συγκαλυμμένες. Στην πράξη, όπως τη γνωρίζουμε από τις γνωστές φούγκες διαφόρων συνθετών, ανταποκρίνεται περισσότερο η περιγραφή του E. Kurth, που διακρίνει φάσεις μεγαλύτερης και συμπαγέστερης θεματικής πυκνότητας (εκθέσεις) από φάσεις λιγότερο συμπαγούς, πιο διάχυτης θεματικής πυκνότητας (επεισόδια). Ο όρος επεισόδιο δεν είναι στην περίπτωση της φούγκας ιδιαίτερα επιτυχής. Επεισόδιο στη μορφολογία της μουσικής σημαίνει γενικά το τμήμα εκείνο που δεν σχετίζεται με το μοτιβικό υλικό του θέματος. Στη φούγκα αντίθετα, τα επεισόδια εμπνέονται από το θέμα και αξιοποιούν τα μελωδικά και ρυθμικά μοτίβα του, έτσι ώστε να μην διασπάται η συνέχεια της ροής του έργου.
Ο γνωστότερος συνθέτης φούγκας είναι ο Μπάχ. Σε έργα του όπως οι συλλογές: Το καλά συγκερασμένο κλειδοκύμβαλο και Η τέχνη της φούγκας, εξερεύνησε και καθιέρωσε πολλές τεχνικές δυνατότητες της φούγκας με τέτοιο τρόπο, ώστε οι φούγκες του Μπαχ να θεωρούνται πρότυπο για τη σύνθεση και τη διδασκαλία της φούγκας.
Στα νεότερα χρόνια η φούγκα διατηρήθηκε ως αρχαιοπρεπές είδος μουσικής. Στους συνθέτες που ασχολήθηκαν με τη φούγκα μετά το Μπαχ συγκαταλέγονται ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ο Μαξ Ρέγκερ, ο Γιόχαν Άνταμ Χίλλερ και ο Πάουλ Χίντεμιτ.
Συγγενείς μορφές με τη φούγκα είναι η φουγκέτα (fughetta, μικρή φούγκα) και το φουγκάτο (fugato). Το φουγκάτο είναι η απομίμηση της φούγκας με χρήση στα πλαίσια ενός έργου γραμμένου σε άλλη ομοφωνική ή πολυφωνική φόρμα μόνο του κυριότερου χαρακτηριστικού της αρχής της, της διαδοχικής εισόδου των φωνών σε μίμηση.
Πηγή: Βικιπαίδεια
Για την απόκτηση Πτυχίου είναι υποχρεωτική η παρακολούθηση των εξής μαθημάτων